Οι μαθητές παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον την ανάλυση της παρτίδας στη σκακιέρα τοίχου. Νοσταλγική φωτογραφία του 1948, σχολείο στο Μπράιτον της Αγγλίας.
Του Ηλία Κουρκουνάκη
Η προπόνηση σε μικρές ηλικίες
Η σκακιστική προπόνηση δεν είναι ενιαία ή μονολιθική. Μπορεί να γίνει σε επίπεδο εντελώς αρχαρίων ή σε επίπεδο παγκόσμιου πρωταθλητή, μπορεί να γίνει σε ειδικά θέματα καθαρά τεχνικών γνώσεων ή προκειμένου να αναπτυχθούν γενικές ικανότητες, μπορεί έχει σχέση με την αγωνιστική ψυχολογία ή την φυσική (“σωματική”) κατάσταση των αθλητών, ή ακόμα και να συμπεριλαμβάνει ζητήματα διατροφής. Δηλαδή, ένας επαγγελματίας προπονητής πρέπει να βρίσκεται σε ετοιμότητα να προσφέρει σε όλα αυτά τα πεδία –και όχι μόνο!
Κατά συνέπεια, η σημαντικότερη ικανότητα ενός προπονητή σκακιού, όπως κάθε εκπαιδευτικού άλλωστε, είναι να προσαρμόζεται στους εκάστοτε προπονούμενους. Προφανώς, όσο πιο αρχάριοι και πιο μικρής ηλικίας οι προπονούμενοι, τόσο σημαντικότερο είναι ο προπονητής να λειτουργεί στο επίπεδο επικοινωνίας και κατανόησής τους. Οι πιο προχωρημένοι έχουν περισσότερα εφόδια να διεκδικήσουν αυτό που νιώθουν ότι έχουν ανάγκη και να το ζητήσουν, ενώ τα μικρά παιδιά δεν μπορεί να ξέρουν τι χρειάζονται στην ενασχόλησή τους με το σκάκι.
Αντίστοιχο πρόβλημα παρουσιάζεται γενικότερα στην παιδεία. Οι εκπαιδευτικές ικανότητες των νηπιαγωγών και των δασκάλων στην Α΄ και Β΄ Δημοτικού μπορεί να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην συνολική πορεία της εκπαίδευσης ενός παιδιού, πολύ περισσότερο από αυτές των καθηγητών Γυμνασίου ή Λυκείου, οι οποίοι επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους σε εξειδικευμένα μαθήματα. Όπως λοιπόν χρειάζεται ξεχωριστή προπαρασκευαστική εκπαίδευση των νηπιαγωγών και δασκάλων, έτσι χρειάζονται και ειδικές προϋποθέσεις προκειμένου να προπονήσει κανείς μικρές ηλικίες στο σκάκι.
Το μεγαλύτερο μέρος της εκπαίδευσης σε αυτές τις ηλικίες πρέπει να απευθύνεται ταυτόχρονα στο θυμικό και στη σκέψη των παιδιών. Λογική, αντίληψη και γενικότερη ικανότητα συλλογισμών ή επίλυσης προβλημάτων δεν πρέπει να προτάσσονται της συναισθηματικής ανάπτυξης του παιδιού, ούτε φυσικά να οδηγούν στον παραγκωνισμό της. Όπως είπε ο μεγάλος Ελβετός εκπαιδευτικός Pestalozzi, «όλη η εκπαίδευση δεν αξίζει μια πεντάρα, αν κάνει το παιδί να χάσει το θάρρος και το κέφι του».
Με άλλα λόγια, πρώτη προτεραιότητα ενός προπονητή μικρών παιδιών είναι να καλλιεργήσει την αγάπη για το σκάκι, όχι να διδάξει την σωστή εφαρμογή του κανόνα της ισοπαλίας με τριπλή επανάληψη θέσης ή ακόμα και το “en passant”. Οι λεπτομέρειες των κανονισμών είναι σημαντικές αργότερα στο αγωνιστικό σκάκι, αλλά σε πρώτη φάση προέχει το συναισθηματικό δέσιμο του παιδιού με το παιχνίδι.
Στο σκάκι συχνά οι εκπαιδευτές προέρχονται πρώτιστα από τον σκακιστικό χώρο, ενώ αρκετοί δεν έχουν ούτε στοιχειώδεις παιδαγωγικές γνώσεις. Πιθανότατα γι’ αυτό το λόγο, η εργασία τους επικεντρώνεται πιο πολύ στο σκακιστικό υλικό, παρά στους ίδιους τους μαθητές. Περισσότερη έμφαση δίνεται στην προσαρμογή των παιδιών σε όσα κρίνεται ότι πρέπει να μάθουν, παρά στην προσαρμογή της διδακτέας ύλης στα παιδιά.
Αρκετά συχνά ωθούμε τα παιδιά να παίξουν “πλήρες” σκάκι προτού να είναι έτοιμα, ενώ δεν τα βάζουμε σε γήπεδα κανονικών διαστάσεων για να παίξουν ποδόσφαιρο ή μπάσκετ, ούτε φυσικά θεωρούμε ότι οι λεγόμενες “μεγάλες” αποστάσεις σε αγώνες δρόμου πρέπει να θεωρούνται ίδιες για όλες τις ηλικίες. Πολύ συχνά, αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμο να παραμείνουν τα παιδιά σε επίπεδο παιχνιδιών με μεμονωμένα κομμάτια προτού προχωρήσουν σε κανονικές παρτίδες, όπως τα παιχνίδια που παρουσιάζονται στο εξαιρετικό βιβλίο «Σκάκι και Φαντασία» των Κώστα Γιουβαντσιούδη και Ειρήνης Μουσιάδου. Επειδή όμως θέλουμε να δείξουμε αποτελέσματα της προπονητικής εργασίας, μερικές φορές ωθούμε τα παιδιά να τρέξουν προτού αποκτήσουν σταθερό βηματισμό στο περπάτημά τους.
Η έλλειψη διαφοροποίησης μεταξύ των ηλικιών και των αναγκών τους αντικατοπτρίζεται στο αγωνιστικό πρόγραμμα των Σχολικών Αγώνων. Εκεί τα παιδιά της Α΄ Δημοτικού συμμετέχουν με τις ίδιες αγωνιστικές συνθήκες που ισχύουν για μαθητές Λυκείου. Οι “μικρές” κατηγορίες έχουν ανάγκη περισσότερο από μια σχετικά σύντομη χρονικά γιορτή σκακιού, ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά ήδη έχουν πολυετείς εμπειρίες επίσημων αγώνων και πολύωρων παρτίδων. Η τάση για οργάνωση ειδικών κατηγοριν ών σε όλο και πιο μικρές ηλικίες (π.χ. κάτω των 8 ετών) φαινομενικά αποτελεί οργανωτικό θέμα, ουσιαστικά όμως άπτεται βασικών εκπαιδευτικών ζητημάτων. Και δεν είναι καθόλου προφανές ποιος πρέπει να παίρνει τις σχετικές αποφάσεις ή με ποιες διαδικασίες. Κατά τη γνώμη μου, το αγωνιστικό πρόγραμμα στις μικρές ηλικίες δεν επιτρέπεται να σχεδιάζεται χωρίς να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι παράμετροι που προαναφέρθηκαν.
Συμπερασματικά, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί Σχολή Προπονητών με την επίβλεψη της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, οι απόφοιτοι της οποίας θα κατέχουν τόσο σκακιστικά όσο και εκπαιδευτικά θέματα. Όπως έχει συμβεί σε άλλα αθλήματα παλιότερα, ορισμένοι εμπειρικοί προπονητές είναι σκόπιμο να διευκολυνθούν στην απόκτηση βασικών επαγγελματικών δικαιωμάτων, αλλά όλοι χρειάζεται να επιμορφωθούν και στη συνέχεια οι νεότεροι να έχουν όσο το δυνατόν πληρέστερη κατάρτιση. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, η σκακιστική προπόνηση στην Ελλάδα θα εξακολουθήσει να λειτουργεί σε ουσιαστικά ερασιτεχνικό επίπεδο και να επαφίεται στις προσωπικές ικανότητες και προσπάθειες για αυτοβελτίωση όσων χρίζονται προπονητές με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Σημείωση blog
Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μας τόσο στον κ. Κουρκουνάκη Ηλία, όσο και στον κ. Κοεράντ Φίλλιπο για την συγκατάθεσή τους να αναδημοσιευθεί το παρόν άρθρο που είχε πρωτοδημοσιευθεί στο skakistiko.blogspot.gr τον Μάρτιο του 2010.